Ο Κρητίκαρος σταματάει ένα ταξί στα Σφακιά. Με το που ξεκινάνε, βγάζει ένα πιστόλι και το κολλάει στο σβέρκο του ταξιτζή.
– “Μπρος”, του λέει, “κάμε στην άκρη, επαέ και… τράβα μια μαλατσία”.
Τρελαίνεται ο ταξιτζής, αλλά τι να κάνει; Υπακούει.
-“Μπρος”, του λέει πάλι αμέσως μετά ο Κρητίκαρος… “τράβα τσι άλλη μία”… Μετά δώσ’ του ξανά: “Τσι άλλη μία”. Και δώσ’ του πάλι: “Τσι άλλη μία”…
Ο ταξιτζής, όμως, έχει… ρέψει πια και δεν αντέχει:
-“Άμα θες σκότωσέ με”, του λέει, “αλλά ήμαρτον, δεν αντέχω πια”.
– “Είσαι σίγουρος, μωρέ, πως δεν μπορείς;”.
– “Στ’ ορκίζομαι”, λέει ο ταξιτζής.
– “Ε, τότενες, πάμε πίσω”, του λέει ο Κρητίκαρος.
Πάνε, λοιπόν, ξανά πίσω, οπότε ο Κρητίκαρος μπαίνει στο σπίτι, βγαίνει με την κόρη του έξω και πριν τη βάλει στο ταξί, της λέει:
-“Εντάξει, Μαρία. Ετούτος εδώ… θα σε πάει στο Λασίθι”!