Μ’αγαπάς;

Κορίτσι : Μωρό μου έχεις φάει για βράδυ;
Αγόρι : Μωρό μου έχεις φάει για βράδυ;
Κορίτσι : Επαναλαμβάνεις αυτά που λέω;
Αγόρι : Επαναλαμβάνεις αυτά που λέω;
Κορίτσι : Σ’ αγαπάω!
Αγόρι : Ναι… έχω φάει για βράδυ…!

Στο μανάβη…

Πάει ένας στον μανάβη και ρωτάει :
– Τί είναι αυτό;
– Ντομάτες.
– Ωραία, δώστε μου 2 κιλά, αλλά κάθε ντομάτα σε άλλη σακούλα.
Του τα βάζει ο μανάβης.
– Αυτό τί είναι; ξαναρωτάει ο τύπος
– Πατάτες, του απαντάει ο μανάβης.
– Δώστε μου 3 κιλά , αλλά κάθε μία σε ξεχωριστή σακούλα.
Το κάνει και αυτό ο μανάβης.
– Τί είναι αυτό; ξαναρωτάει ο τύπος.
– Φακές, λέει ο μανάβης, αλλά δεν τις πουλάμε…!

Θέλω να ζήσω 100 χρόνια

Ένας άντρας ρωτά το γιατρό αν θα ζήσει μέχρι τα 100. Ο γιατρός τον ρωτά :
– Πίνεις, καπνίζεις;
– Όχι, απαντά ο άντρας.
– Ξενυχτάς, παίζεις χαρτιά; ξαναρωτά ο γιατρός
– Όχι βέβαια, ποτέ δεν έκανα κάτι τέτοιο μέχρι τώρα.
– Οδηγείς επικίνδυνα, πας με άλλη γκόμενα κάθε βράδυ;
– Όχι και ούτε πρόκειται.
– Και τότε γιατί στο διάολο θες να ζήσεις τόσο πολύ;

Του την είπε ο ψαράς

Είναι απόγευμα και ο μπαρμπας απο το ωραιο νησάκι του Αιγαίου έχει πάει για ψάρεμα στην αμμουδιά.

Αφού ρίχνει την πετονιά ξαπλώνει προς τα πίσω στηριζόμενος στους αγκώνες του και αρχίζει να αγναντεύει περιμένοντας κάποιο τσίμπημα.

Σε λίγο εμφανίζεται ένας επιχειρηματίας στην αμμουδιά που είχε πάει βόλτα για να αποβάλει λίγο από το στρες που του δημιουργούσαν οι δουλειές του.

Βλέποντας τον ψαρά να ψαρεύει τόσο νωχελικά, τον πλησιάζει και του λέει:

– Δεν κάνεις καλά, με αυτό τον τρόπο δεν θα πιάσεις ψάρια. Πρέπει να βρέξεις κώλο αν θέλεις να πιάσεις ψάρια

– Για ποιο λόγο; τον ρωτάει ο ψαράς.

– Θα τα πουλάς και θα βγάζεις κέρδος.

– Για ποιο λόγο;

– Μετά από λίγο καιρό με τα κέρδη θα πάρεις δίχτυα ώστε να πιάνεις περισσότερα ψάρια

– Για ποιο λόγο; λέει και πάλι ο ψαράς.

Λίγο ενοχλημένος, ο επιχειρηματίας αποκρίνεται:

– Πιάνοντας περισσότερα ψάρια θα μπορέσεις να πάρεις μία βάρκα και να βγάλεις περισσότερα χρήματα

– Για ποιο λόγο; ξαναλέει ο ψαράς.

Έχει αρχίσει να του την δίνει του επιχειρηματία η μονότονη απάντηση του ψαρά αλλά υπομονετικά του εξηγεί:

– Με τα χρήματα θα αγοράσεις ένα μεγαλύτερο πλοίο και θα προσλάβεις ανθρώπους να σε βοηθούν!

– Για ποιο λόγο; ρωτάει και πάλι ο ψαράς.

Ο επιχειρηματίας είναι πλέον κατακόκκινος, γεμάτος θυμό!

– Μα δεν καταλαβαίνεις; Σε λίγα χρόνια θα έχεις έναν ολόκληρο στόλο από ψαράδικα, με πολλούς υπαλλήλους, που θα ψαρεύουν σε όλες τις θάλασσες του κόσμου, για λογαριασμό σου.

– Για ποιο λόγο;

– ‘Ετσι, θα μπορέσεις να εισάγεις την εταιρεία σου στο χρηματιστήριο.
Θα θησαυρίσεις και μετά, χωρίς να σκας, το μόνο που θα έχεις να κάνεις είναι να κάθεσαι στην αμμουδιά και να βλέπεις το ηλιοβασίλεμα!!

– Γιατί, τώρα τι κάνω;

Το γυφτάκι έχει ταλέντο

Ζωγραφίζει το γυφτάκι μια μύγα στον πίνακα. Την βλέπει ο δάσκαλος και νομίζει ότι ήταν αληθινή αφού ήταν τέλεια ζωγραφισμένη. Προσπαθεί να την διώξει, τη βαράει με το χάρακα αλλά αυτή εκεί, ακάθεκτη. Μόνο αφού άρχισαν να γελάνε τα παιδιά, κατάλαβε ότι κάτι τρέχει. Παρατηρώντας την καλύτερα λοιπόν, διαπιστώνει ότι είναι… ζωγραφιά.

-Ποίος έκανε αυτή την τέλεια ζωγραφιά;

-Εγκώ ντάσκαλο, λέει το γυφτάκι.

-Μπράβο αγόρι μου Τέλεια ζωγραφιά. Αύριο πες του πατέρα σου να έρθει, θέλω να του μιλήσω.Την επόμενη μέρα πάει ο μπαμπάς.

-Συγχαρητήρια κύριέ μου. Ο γιος σας έχει πραγματικό ταλέντο..

-Ντείρτου ντάσκαλε… Ντείρτου…

-Μα καλά, εγώ σας λέω ότι το παιδί έχει ένα σπάνιο χάρισμα..

-Βρε ντείρτου που σε λέω. Ντείρτου.

-Μα ακούστε. Εχθές ζωγράφισε μια μύγα στον πίνακα, τόσο τέλεια που την πέρασα για αληθινή.

-Ντείρτο πολύ σε λέω. Ξέρω… Ξέρω. Τις προάλλες ζωγκράφισε ένα νιμού στη σόμπα. Παππούς έκαψε γκλώσσα του και εγκώ τσουτσούνα μου. Ντείρτου που σε λέω…

Πως έγινες gay;

Συζητούν δύο gay…για το πως έγιναν ότι έγιναν…

Λέει ο πρώτος:

– Από μικρός φαινόταν οτι θα γίνω gay… έπαιζα με κούκλες. φόραγα τα ρούχα της μαμας μου κτλ κτλ… ώσπου στα 18 μου φανέρωσα τον έρωτα μου σε έναν συμμαθητή μου…

Ο άλλος…

– Εγώ πάλι από μικρό παιδί ήμουν το πρώτο παλικάρι στο χωριό… Όλες με ήθελαν
για γαμπρό, πάντα όλες μου πρότειναν βγούμε μαζί, ημουν 2 μέτρα παλικάρι…

– Και πώς το… αποφάσισες;;;

– Εεε να, μιά μέρα που ήμουν στο χωράφι και είχα σκύψει να μαζέψω πατάτες, έρχεται ένας απο πίσω μου και… ΤΣΑΦ… μου τον φόρεσε!!!

– Και δεν σηκώθηκες να τρέξεις να γλυτώσεις;;;

– Εεε… πού να τρέχεις τώρα μέσα στους αγρούς με τις γόβες…

Ο κουρέας που δεν έπαιρνε λεφτά

Μια μέρα ένας ανθοπώλης πήγε σε ένα κουρείο για κούρεμα. Μετά το κούρεμα, ρώτησε για τον λογαριασμό του και ο κουρέας απάντησε, “δεν μπορώ να δεχτώ τα χρήματα από σας, προσφέρω κοινωφελές έργο αυτή την εβδομάδα.” Ο ανθοπώλης ευχαρίστησε και έφυγε από το κατάστημα. Όταν ο κουρέας πήγε να ανοίξει το κατάστημά του το επόμενο πρωί, στην πόρτα του βρήκε να τον περιμένει μια κάρτα με «ευχαριστώ» και μια ντουζίνα τριαντάφυλλα.

Σε λίγο ένας φούρναρης μπήκε για κούρεμα, και όταν πήγε να πληρώσει, ο κουρέας και πάλι απάντησε: «Δεν μπορώ να δεχθώ τα χρήματα από σας, προσφέρω κοινωφελές έργο αυτή την εβδομάδα.” Ο φούρναρης ήταν ευτυχής και έφυγε από το κατάστημα. Το πρωί, όταν ο κουρέας πήγε να ανοίξει, στην πόρτα του υπήρχε μια κάρτα με «ευχαριστώ» και μια ντουζίνα τσουρέκια.

Στη συνέχεια, ένας βουλευτής ήρθε για κούρεμα, και όταν πήγε να πληρώσει το λογαριασμό του, ο κουρέας και πάλι απάντησε, “δεν μπορώ να δεχτώ τα χρήματα από σας, προσφέρω κοινωφελές έργο αυτή την εβδομάδα.” Ο βουλευτής ήταν πολύ χαρούμενος και έφυγε από το κατάστημα. Το επόμενο πρωί, όταν ο κουρέας πήγε να ανοίξει, υπήρχαν μια ντουζίνα βουλευτές που περίμεναν στην ουρά για ένα δωρεάν κούρεμα.

Ο υπνωτιστής κάνει θαύματα

Μια γυναίκα έρχεται στο σπίτι και λέει στο σύζυγό της:

«Θυμάσαι εκείνους τους πονοκεφάλους που είχα όλα αυτά τα χρόνια; Λοιπόν, πάνε!!!». «Δεν υπάρχουν πλέον πονοκέφαλοι; Τι συνέβη; ” ρωτά ο σύζυγος. Η σύζυγός: «η κουμπάρα μας η Βάσω με παρέπεμψε σε έναν υπνωτιστή. Μου είπε να σταθώ μπροστά σε έναν καθρέφτη, να κοιτάζω τον εαυτό μου και επαναλαμβάνω:

Δεν έχω πονοκέφαλο Δεν έχω πονοκέφαλο, Δεν έχω πονοκέφαλο..» «Δούλεψε λοιπόν ! Οι πονοκέφαλοι έχουν φύγει..»

«Μα, αυτό είναι υπέροχο!!!!» απαντά ο σύζυγος. Η γυναίκα του λέει τότε: «Ξέρεις, δεν ήσουν πολύ θερμός στο υπνοδωμάτιο τα τελευταία χρόνια. Γιατί δεν πας να συναντήσεις τον υπνωτιστή και να δούμε αν μπορούμε να κάνουμε τίποτα και γι/ αυτό;» Ο σύζυγος συμφωνεί να το δοκιμάσει. Μετά την επίσκεψη του, ο σύζυγος έρχεται σπίτι, σχίζει τα ρούχα του, παίρνει τη γυναίκα του και τη φέρνει στο υπνοδωμάτιο. Την βάζει στο κρεβάτι και λέει: «Μην μετακινηθείς, έρχομαι αμέσως.» Πηγαίνει στο μπάνιο και επιστρέφει λίγα λεπτά αργότερα και με ένα άλμα στο κρεβάτι, κάνει παθιασμένο έρωτα με τη γυναίκα του όπως ποτέ πριν. Η σύζυγός του λέει: «αγόρι μου ήταν υπέροχο!!!» Ο σύζυγος λέει: «Μην μετακινηθείς, έρχομαι αμέσως!!!» Πηγαίνει ξανά πίσω στο μπάνιο. Έρχεται πίσω και το δεύτερο ήταν ακόμα καλύτερο από το πρώτο.

Η γυναίκα κάθεται και το κεφάλι της γυρίζει. Ο σύζυγός της λέει και πάλι: «Μην μετακινηθείς, έρχομαι αμέσως!» Με το που το λέει αυτό, πηγαίνει πίσω στο μπάνιο. Αυτή τη φορά, η σύζυγός του τον ακολουθεί αθόρυβα και εκεί, στο μπάνιο, τον βλέπει να στέκεται στον καθρέφτη και να λέει, «Αυτή δεν είναι η γυναίκα μου, αυτή δεν είναι η γυναίκα μου, αυτή δεν είναι η γυναίκα μου..»

Τι θα γίνει με τους καπουτσίνους;

Παίρνει φωτιά ένα μοναστήρι στην Ιταλία και σκοτώνονται 50 καπουτσίνοι καλόγεροι…

Οι καλόγεροι πάνε στον Παράδεισο, αλλά εκείνη την ώρα ο Αγιος Πέτρος ήταν απασχολημένος για να τους υποδεχτεί.

Πάει, λοιπόν ένας άγγελος και του λέει: -Αγιε Πέτρο, μόλις ήρθαν 50 καπουτσίνοι. Και αυτός απαντάει: –

Και τι με νοιάζει εμένα; Όποιος τους παράγγειλε να τους πληρώσει !!!

Τι ειδικότητα έχεις γιατρέ;

Σε ένα συνέδριο γιατρών, τη πέφτει ένας γιατρός σε μια γιατρό.
Έρωτας κεραυνοβόλος.
Δεν κρατιούνται, βρίσκουν ένα δωματιάκι, χώνονται μέσα για να το κάνουν.
-Μισό λεπτό του λέει εκείνη, να πλύνω τα χέρια μου.
Το κάνουν, και μόλις τελείωσαν σηκώνεται εκείνη και ξαναπλένει τα χέρια της.

-Είσαι σίγουρα χειρούργος της λέει.
-Ναι, που το κατάλαβες;
-Επειδή έπλυνες τα χέρια σου πριν και μετά .
-Βάζω στοίχημα, του λέει εκείνη, ότι εσύ είσαι αναισθησιολόγος.
-Ναι, λέει αυτός, αλλά πως το βρήκες;

-Επειδή δεν κατάλαβα τίποτα !

Τι κάνεις βρε γιαγιά!

Η γιαγιούλα η καημένη πλησίαζε τα 80 και για να έχει ήσυχο το κεφάλι της κάλεσε μια μέρα ένα δικηγόρο στο σπίτι της για να του υπαγορεύσει τη διαθήκη της.

Έρχεται λοιπόν ένας νεαρός γύρω στα τριάντα και βγάζοντας ένα μπλοκ και στυλό, κάθεται απέναντί της στο καναπέ του σαλονιού και αρχίζει να γράφει ότι του έλεγε η γιαγιά. Ρίχνοντας μια ματιά στο τραπέζι μπροστά του βλέπει ένα μεγάλο μπολ με αμύγδαλα. – Μπορώ να πάρω κανένα; ρωτάει με ευγένεια την ηλικιωμένη γυναίκα.

– Και το ρωτάς αγόρι μου; Όσα θέλεις να πάρεις, του απαντάει εκείνη χαμογελαστά. Αρχίζει λοιπόν κι ο φίλος μας να τρώει τα αμυγδαλάκια το ένα μετά το άλλο.

Πέρασε καμιά ώρα με την υπαγόρευση και συνειδητοποίησε με έκπληξη ότι τα είχε φάει τελικά όλα. – Χίλια συγγνώμη που σας τα έφαγα όλα τα αμύγδαλα, της είπε με απολογητικό ύφος ο δικηγόρος.

Ξέρετε είχα σκοπό να φάω μόνο ένα δύο, αλλά παρασύρθηκα.

– Μη το σκέφτεσαι καθόλου αγόρι μου, του απάντησε γλυκά η γιαγιούλα. Αλλωστε από τότε που έβαλα μασέλα δεν μπορώ εγώ να τα φάω. Μόνο τη σοκολάτα απέξω γλείφω και τα ξαναβάζω στο μπολ!

Τι είχε γίνει πριν 20 χρόνια;

Μια γυναίκα ξυπνάει αργά το βράδυ και ανακαλύπτει ότι ο σύζυγός της δεν είναι στο κρεβάτι…

Φοράει τη ρόμπα της και κατεβαίνει να τον ψάξει. Τον βρίσκει να κάθεται στο τραπέζι της κουζίνας, βυθισμένο σε βαθιές σκέψεις και απλώς να κοιτάζει με απλανές βλέμμα τον τοίχο, έχοντας μπροστά του μια κούπα καφέ.

Εξακολουθεί να τον κοιτά καθώς ……..

αυτός σκουπίζει ένα δάκρυ από τα μάτια του και πίνει μια ρουφηξιά καφέ.

– Τι σου συμβαίνει αγάπη μου; Γιατί είσαι ξύπνιος τέτοια ώρα;
– Θυμάσαι τότε που είχαμε πρωτογνωριστεί πριν από 20 χρόνια, τότε που ήσουν ακόμη 16 χρονών;
– Μα φυσικά και το θυμάμαι!
– Θυμάσαι τότε που μας έπιασε ο πατέρας σου να κάνουμε έρωτα στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου μου;
– Ναι, κι αυτό το θυμάμαι!
– Θυμάσαι μήπως και τη στιγμή που πήρε την καραμπίνα και μου είπε ότι, ή θα σε παντρευτώ ή θα με στείλει φυλακή για 20 χρόνια;
– Ναι αγάπη μου, το θυμάμαι κι αυτό!
-Σήμερα θα είχα αποφυλακιστεί…

Δραπετεύεις;

Ήταν κάποτε φυλακισμένοι ένας λεπρός και ένας χασικλής στο ίδιο κελί…

Μία μέρα ο λεπρός άρχισε να ξύνει το πόδι του. Ξύσε, ξύσε, το έβγαλε το πόδι, και τι να το κάνει, το πέταξε από το παράθυρο.
Μετά έξυσε και το άλλο πόδι και το…

…αριστερό χέρι, πέσανε και αυτά, και τα πέταξε κι αυτά από το παράθυρο.

Τότε ο χασικλής που κάπνιζε παραδίπλα ήρεμος και ζαλισμένος, λέει ξερά:

– Τι γίνεται ρε φίλε; Την κάνουμε σιγά, σιγά;

Χάλια οι γυναίκες οδηγοί

Το πρωί ήμουνα στην Εθνική Οδό, κοιτάω αριστερά και τί να δω!!! Μια γυναικάρα, με μια αυτοκινητάρα, με πατημένα 120, να κοιτάζεται στον πλαϊνό καθρέφτη και να βάζει κραγιόν!

Και φυσικά, έτσι αφηρημένη όπως ήταν, είχε αρχίσει να μπαίνει στη λωρίδα μου! Τρόμαξα τόσο που μου έπεσε η ξυριστική μηχανή απ’ το ένα χέρι και το σάντουιτς από το άλλο.
Προσπάθησα να κουμαντάρω το τιμόνι με τα γόνατα, μου φεύγει και το κινητό όπως το κρατούσα με τον ωμό και μιλούσα, πέφτει μέσα στον καφέ που είχα ανάμεσα στα πόδια μου, έγιναν τα πλήκτρα του laptop χάλια!

Πάλι καλά που δε βράχηκε η εφημερίδα που είχα πάνω στο τιμόνι!

Γυναίκες οδηγοί, σου λέει μετά!

Τι άλλο θέλεις πιτσουνάκι μου;

Ο Γιάννης κι η Ελένη παντρεύτηκαν πρόσφατα από κεραυνοβόλο έρωτα & είναι ακόμα μες τα σιρόπια.
Όμως ο Γιάννης έχει αρχίσει να πεθυμάει και τις μπαρότσαρκες που έβγαινε με τους φίλους του.
Οπότε ένα βράδυ λέει στη Ελένη:

– Ξέρεις πιτσουνάκι μου, έλεγα να πήγαινα με το Αντωνάκη και τον Κώστα για καμιά μπύρα.

Κι η Ελένη:

– Μπύρα θέλει το σπουργιτάκι μου; Ορίστε, διάλεξε ποια προτιμάς!

Κι ανοίγει το ψυγείο και να σου μέσα καμιά δεκαριά είδη μπύρες ελληνικές και ξένες.

– Ναι, αλλά βρε καρδουλίτσα μου, στο μπαρ με την μπύρα μας τρώμε και κάτι.

– Μεζεδάκι θέλει το σουτζουκάκι μου; Ορίστε, διάλεξε τι προτιμάς!

Και του παρουσιάζει ένα δίσκο γεμάτο μεζέδες να σου πέφτουνε τα σάλια, τι καπνιστά, τι σολομούς, τι χαβιάρια, τι όλα τα είδη τυριών, τι τα καλύτερα είδη αλλαντικών.

– Ναι, αλλά βρε γλυκουλίνι μου, στο μπαρ τη μπύρα την πίνουμε σε παγωμένα ποτήρια.

– Παγωμένο ποτήρι θέλει το μελομακαρονάκι μου; Ορίστε, διάλεξε ποιο προτιμάς! κι ανοίγει την κατάψυξη και νασου όλα τα είδη ποτηριών μπύρας παγωμένα !

– Ναι, αλλά βρε κατσαριδάκι μου στο μπαρ όταν πίνουμε τη μπύρα μας λέμε και καμιά βρωμοκουβέντα!

– Βρωμοκουβέντες θέλει το μπακλαβαδάκι μου;

Πιες λοιπόν τη γαμημένη τη μπύρα σου, φάε τους γαμημένους μεζέδες σου και κοψ’ τις μαλακίες γιατί δεν πρόκειται να πας πουθενά.

Το πιασες καριόλη !