– Δε ντρέπεσαι να αυνανίζεσαι δημόσια, Διογένη;
– Και γιατί να ντραπώ; Μακάρι να μπορούσαμε να τρίβαμε έτσι το στομάχι μας και να χορταίναμε φαΐ…
– Διογένη, τρελάθηκες; Γιατί ζητάς ελεημοσύνη από ένα άψυχο άγαλμα;
– Είναι απλό: Εξασκούμαι στο να μη μού δίνουν.
– Τί πολλά που είναι τα τάματα στο Ναό, Διογένη! Πόσοι και πόσοι δεν ευγνωμονούν τους Θεούς για τη σωτηρία τους!
– Ναι, αλλά σκέψου πόσα θα ήταν, αν άφηναν τάματα και όλοι εκείνοι που ΔΕΝ σώθηκαν!
-Πότε πρέπει να παντρεύονται οι άνθρωποι, Διογένη;
– Οι νέοι όχι ακόμα, οι μεγαλύτεροι ποτέ…
– Ποιό είναι το χειρότερο πράγμα στη ζωή, Διογένη;
-Να είσαι γέρος και φτωχός…
-Ποιό ζώο δαγκώνει πιο άσχημα, Διογένη;
-Από τα άγρια ο συκοφάντης, από τα ήμερα ο κόλακας…
– Διογένη, δεν μού αρέσει η φιλοσοφία.
– Τότε για ποιόν λόγο ζεις, αφού δεν ενδιαφέρεσαι να ζήσεις καλά;
– Ποιό κρασί σού αρέσει πιο πολύ, Διογένη;
– Το ξένο…
– Διογένη, γιατί σε φωνάζουν σκύλο;
– Επειδή στους καλούς κάνω χαρές, στους τσιγγούνηδες γαβγίζω, και τους παλιανθρώπους τους δαγκώνω.
Διογένης ο Σινωπεύς, ο Σκύλος (ο κύων, ο “κυνικός”)